Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2013

Σημειώσεις απ' τις Έξω Περιοχές



                                                     Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ   ΑΩ



Αφάνταστα σταθερά κύλησε η επόμενη δίοδος, ανάμεσα απ' τα τεράστια μπούτια της στιγμής: αβίαστα πέρασε η όλη η πλάση ανάμεσα απ' τα μπούτια τα μπούτια της τα τροφαντά, της μάνας του αποκεί. Αβίαστα, αφάνταστα: λέξεις που περνάνε απ' το στόμα σου με συνέπεια καθημερινώς όσο κατοικοεδρεύεις εις τας Έξω Περιοχάς. Εδώ λοιπόν στο σίδερο κολλάει η βράση. Διότι απογυμνωμένος απ' την επιθυμία να δεις ανάμεσα απ' τα μπούτια που δε βλέπεις ποτέ, αναφωνείς περήφανος ότι σου λείπει η κατάσταση του να σε διατάζει η κάθε ψώλα κάτω απ' το πηγούνι στο μήλο του Αδάμ. Εδώ λοιπόν στας Έξω Περιοχάς. Μακριά απ' τη Πόλη. *

(*η οποία Πόλη εκτοξεύει σα ζώντας οργανισμός που άλλωστε είναι, εκτοξεύει φερομόνες οι οποίες και φυσικά εθίζουν ως ένα βαθμό, ιδιαίτερα αν ανήκεις στους Νομάδες της Πόλης ή στις γενικότερες Αυλές των Τυφλοπόντικων στα περί χάμου του εδάφους οικίας κλπ)

Το λοιπόν αβίαστα και αφάνταστα (σε σχέση με τις φαντασίες μου- αέρας δηλαδή ψευτιά) πέρασα τις πρώτες ακροάσεις για τη θέση του Βοηθού Βιβλιοθηκάριου του Τμήματος Καταγραφών Γεωγραφικής Αυξομείωσης ΚΔΜΓ*, αυτό έγινε μέσω της Επίσημης Λοταρίας Επαγγελματικής Απαξίωσης της Πόλης που γίνεται μια φορά στα πέντε χρόνια και λειτουργεί σαν επιδοτούμενα απ' τη Πόλη προγράμματα εύρεσης μηνιαίας εργασίας, οι Αρμόδιοι Αρχιπράκτορες και οι Μέγισθοι Αποψιάτορες στρίβουν κέρματα για ένα ολόκληρο απόγευμα, διαλέγουν τυχερούς, τους στέλνουν να περάσουν ακροάσεις και Σεμινάρια Υπακοής, και κάποιοι από αυτούς επιλέγονται, ώστε η Πόλη να τους βρει δουλειά, και όταν σου βρει η Πόλη εργοδότη εσύ δουλεύεις σ'αυτόν μα πληρώνεσαι απ' τη Πόλη**έβαια μέχρι να προλάβεις να πάρεις μπρός ή απλά να γνωριστείς με τον εργοδότη σου, περνάει ο μήνας και λες γεια γιατί τελειώνει το πρόγραμμα και με τα τραχιά δεδομένα πιθανής πρόσληψης στον ορίζοντα*** παίρνεις το πούλο και άντε γεια μετά, για 5 χρόνια δεν έχεις δικαίωμα συμμετοχής στη Λοταρία πάλι

(*Καταγραφές δια μεταγενέστερες γενιές
**Δηλαδή, η Ιξτάμπ
***Δες και "Η Ιστορία της Μεταπολιτευτικής Αριστεκάς")

Σίγουρα η τύχη με ευνόησε μα απ' την άλλη είμαι οπαδός του δόγματος του Μάλλοντοξέρω* συνεπώς κάτι θα φύτευσα κι εγώ απ' τη μεριά μου καλά στο γόνιμο μουνάκι της πρόσφορης συζήτησης/ανακριτικής επιτροπής της Πόλης, όσο και στο αυτό του Οίκου Αποτυπώσεων και Εντυπώσεων ΤΕΠ**, εκεί δηλαδή που πέρασα το μήνα κοροϊδίας, κάτι γυάλισε στον αφεντικό- για την ακρίβεια, του ενός εκ των δύο αφεντικών και ταυτόχρονα αδερφών, υπό του οποίου το συνάφι δούλεψα- με τη πάρτη μου, και οι περιστάσεις επίσης ήταν με το μέρος μου*** , οπότε βρέθηκα στη σπάνια περίσταση του να με ζητήσουν μετά τη λήξη του προγράμματος/μήνα, να με ζητήσουν΄μέσω του Κέντρου Έρευνας και Ελέγχου των Αποτελεσμάτων Λοταρίας, ώστε να ξαναβρεθώ στον Οίκο κάνοντας το ίδιο με πριν, αλλά αυτή τη φορά με τον προαναφερθέντα τίτλο του Βοηθού Βιβλιοθηκάριου.

(*Δόγμα που η κοσμοθεωρία του χονδρικώς περιστρέφεται γύρω απ' τη φράση "Η τύχη δεν είναι κάτι ομιχλώδες και ακυβέρνητο, είναι η εκμεταλλεύσιμη ικανότητα του να μπορείς να αναγνωρίζεις τις πιθανότητες που οδηγούν", του Αλάν Φαχί -καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του γαλλοαυστριακού Alfred Zarry
**Των Έξω Περιοχών
***Ο δεύτερος επιλαχών της Λοταρίας για την ίδια θέση, με τον οποίο και θα μοιραζόμασταν μια συνέντευξη/ανάκριση για τη θέση, έγινε μπλε και ίδρωσε και λιποθύμισε πριν την έναρξη της συνέντευξης/ανάκρισης, και τώρα ακόμα δε ξέρω τι έγινε, θυμάμαι τη μάνα του που τον μάζεψε τότε να λέει ότι ήταν παιδί που πιεζόταν)

Να λοιπόν! Στις Έξω Περιοχές ξανά, κει που'χα χρόνια να αφήσω το κουφάρι και το νου μου, κει λοιπόν να απλώνω τραχανάδες για το χειμώνα που θα ερχόταν! Κει λοιπόν, που όταν βρέχει γαυγίζουν τα γατιά και όταν ακούγεται ο θόρυβος απ' τη παχιά τη στάλα, νιαουρίζουν τα σκυλιά. Κει λοιπόν, που όταν το βράδυ περπατεί η ψυχή που είναι σε μπέρδεμα με τη ψυχή, το σαλιγκάρι στην Άσφαλτο* παραξενεύεται με τη θωριά της σαρκός και για λίγα λεπτά σαλεύει ακίνητο κι αναρωτιέται, "είδα γω σαρκίο δίποδο να κουτρουβαλάει στην ευθεία;".Κει που βασιλεύει η Κοινή Νοημοσύνη των Μυρμηγκιών, ως αντίβαρο στον Ένα Νου των Αρουραίων**- κει που ο Ένας ξέρει τους πάντες και γίνεται Όλοι, δίχως να το καταλάβει από πριν να πάρει προφυλάξεις- Κει που ο αέρας φυσάει και λέει το όνομά σου και νομίζεις πως σε φωνάζει η ανάγκη- Κει που η βρόχα χαϊδεύει πριν τραβήξει πλακώνι για να σου σπάσει το τσαμπουκά του "σκέφτομαι"- Κει που σέρνικοι και θηλυκοί τραβάνε δρόμο κοινό προς τη μηδενική προοπτική κι ελπίδα- Κει που όλα που στέκουν ακίνητα κι ακλώνητα, βαράνε με δονήσεις κάτω απ' το δέρμα ισχυρότερες της ελπίδας για ταράκουλο- κει που Πρεζάκηδες Λύκοι της Συνήθειας ντύνονται με τις προβιές της Σιωπής- και αλίμονο, ω αλίμονο!***

(*Αγία Άσφαλτος η Τεκνομασουλίστρα: κατώτατη θεότητα των εις τας Έξω Περιοχάς τοποθετημένων σαρκίων/κατοίκων. Μετά το Συνέδριο της Ξήγας ((μπλαμπλαμπλατότε-μπιριμπιριτότε)), αποφασίστηκε από τους Πατριούς της Εκκλησίας της Πόλης πως η ΆΣφαλτος πλέον θα έπεφτε κατηγορία, μιας και δεν απέδωσε όσο αναμενόταν στα προκριματικά της λήγκας των αγίων της Πόλης, και πλέον από Αγία θα ονομαζόταν σε Αγία Περίπου- βέβαια, οι κάτοικοι των Έξω Περιοχών, όντας δεμένοι βαθύτερα με την Άσφαλτο, μέσω δεκαετιών ολόκληρων ανοιγμένων κεφαλιών στις αγκάλες Αυτής, σε μια πρωτοφανή επίδειξη μη αποδοχής των τεκταινομένων στη Πόλη, αγνοούν την απόφαση τη προαναφερθείσα και ακόμα και σήμερα αναφέρονται στην Άσφαλτο με το πρωταρχικό της τίτλο της Αγίας- δες και "Εξετάζοντας τις Θεότητες των Έξω Περιοχών" κεφάλαιο 8
**Νοήμοσύνη Μυρμηγκιών/Νους Αρουραίων: οι ζωικές σέχτες μεγαλύτερης ισχύος των Έξω Περιοχών. Οι της Νοημοσύνης των Μυρμηγκιών διατυμπανίζουν τη πληρότητα του να δώσεις τη Θέληση και τη Νοημοσύνη σου στις προσταγές του συνόλου, για τη σωστή λειτουργία του συνόλου. Οι του Νου των Αρουραίων διατυμπανίζουν τη πληρότητα του να δώσεις μόνο Νόηση στο Σύνολο- συγκεκριμένα, λατρεύοντας τους Τρεις Πόντικες που Είναι Ένα- κρατώντας τη Θέληση. Στη πραγματικότητα, περισσότερα ενώνουν τις δυο αυτές θρησκευτικές ξήγες παρά τις χωρίζουν- απλά οι μεν στέκουν πιο απείθαρχα πειθαρχημένοι και οι δε πιο πειθαρχημένα απείθαρχοι
***"Αλίμονο στις ψυχές που στις Έξω Περιοχές κουτρουβαλάν δίχως πλάνο και πνοή"- απόσπασμα απ' το θεατρικό έργο "Κουμαντάρει κανείς τους Καρχαρίες μας;" του Ιγνάσιου Όλαγιολα.)

Τι δηλαδή κάμω κει πέρα, ποιες είναι οι υποχρεώσεις μου; Το λοιπόν, λαμβάνω έγγραφα που ποτέ δε θα ξανακυκλοφορήσουνε προς ευρεία κατανάλωση, και αυτά τα έγγγραφα σιγουρεύω ότι περνάνε σαν αρχεία στο ψηφιακό κωλοτρυπίδι. Κοπανάω, κοπανάω, ο Μέγισθος Σκανεράς. Κοπανάω και παρατηρώ τι οι Έξω Περιοχές θα κοπανήσουν προς τα μπρος. Και μετά: όταν μαζευτεί υλικό για τις μελλοντικές γενιές- τότε το καταχωρώ σε χώρους εικονικούς, μες τα μπίτια τα σκατομπίτιΑ τα μεγαλομπίτια. Θα ήταν υπέροχο οι μεταγενέστερες γενιές όντως να ενδιαφέρονταν για το τι κοπανάμε στο Εδώ. Μα αυτό δε θα γίνει. Οπότε απλά το υπομένουμε.

ΠΡοχτές έσκασε μύτη ο Μεγάλος ΨωλιαΡΆς που πιστεύει όλα έτοιμα ότι τον εξυπηρετούν- ήρθε να φτιάξειθ διαφημίσεις για μια κομπίνα συμπαντική που χε σκαρφιστεί- να βουτάει από τις Έξω Περιοχές, να το σμπρ΄ψχνει ακριβότερα στη Πόλη*. Μαλακίες. Πάντως καυσαέρια έβγαζε ο τύπος. Καυσαέρια έβγαζε ο τύπος.

(*Πάντα έτσι πάει)

Στη μη ύπαρξη υποχρεώσεων πάντως, ακόμα και τώρα κοπανάω δρόμους μισούς και προς τα πέρα, εννποώ τα ΠΟΛΥ ΠΕΡΣΑ, προς τα ΄πολύ πέρα το λοιπόν, έχει φώτα ,έχει φώτα υπέροχα και φώτα που αναβοσβήνουνε και δίνουνε ας πούμε μια εντύπωση ψυχής- φώτα που αναβοσβήνουνε με μια κόκκινη προφορά, μια κόκκινη όρεξη να γαμ΄ξησεις- και τα βλέπεις από μακριά,μ και θες να περπατήσεις, σα το μουλάρι με το κααρότο ας πούμε. Και περπατάς. Καιχ χαίρεσαι που υπάρχουν, και ας μη τα πιάσεις. Και αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα του τι κάνεις στο ΚΔΓΜ. ΑΥτό κάνεις. Σώζεις εντυπώσεις. ΚΑιπ ροφανώς, μιας και ο Εργοδότης-Βιαστής είναι η Λοταρία, συννενοείσαι καλύτερα με τους εργοδότες- όχι πάντα, έτσι κατάλαβα έστω. Αλλά αυτό κάνεις. Προσπαθείς να σαι ο εαυτός σου και σου κερνάνε πούτσες. Ας γίνεις ο Πολέμαρχος, και όλοι θα προσκυνάνε σα πουτανάκια- μα, αλήθεια, θες να σε προσκυνάνε με το ζόρι; Έ το λοιπόν,
σα πουτανάκια να π΄ροσκυνήσουνε οι των Έξω Περιοχών- και μετά ίσως δώσω υπόσκληση επίσης, μα, σίγουρα, όταν καταλάβω ότι και αυτοί, σου λένε το πανέμορφο τραγούδι:
"¨Εϊμαι Εδώ, σε αυτή τη Πανέμορφη, Υπέροχη Στιγμή
Και γι' αυτό και σέβομαι"