Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

μικρά λόγια





Θα' πρεπε κανονικά να ήμουν σε θέση να έβαζα σε σειρά υπέροχης αγάπης και καύλας λέξεις
αφού υπέροχοι άνθρωποι πεθαίνουν συνεχώς είτε φτιάνοντας φουρτούνες και τ'αλλάζουν όλα
είτε δίχως να φτιάνουν φουρτούνες και έχοντας στο νου το τσιμπούσι απ' τα σκουλήκια.

Αφού υπέροχοι άνθρωποι πεθαίνουν και μας δίνουν την αρχή, γιατί αρνείται η νιότη να ψοφήσει επίσης; Γιατί αφού το υπέροχο παράδειγμα λάμπει σα χίλιοι ήλιοι μαζί, γιατί αυτό δε γεννοβολεί; Γιατί όλοι οι τοίχοι δείχνουν μια διαδρομή και μόνο μία- σπηλαιογραφίες όσων δεν γίναν ακόμα. Σπηλαιογραφίες όσων περιμένουν να γεννηθούν να γεννηθούν.

Είναι οι εποχές; Όχι δεν είναι μάλλον διότι αυτές είναι κατασκευάσματα και αέρας άρα, ψευτιά. Ξέρω μόνο πόσο προσμένω το φίδι να συρθεί μπροστά μου στον ίδιο δρόμο που περπατάω δέκα χρόνια ενώ ο κίτρινος ο ήλιος κερνάει εγκεφαλικά, ξέρω μόνο πόσο προσμένω μια πιθανή δηλητηρίαση.

Ο ίδιος θεός που έστεκε περήφανος σα πεύκο μέχρι εχτές,
πλέον τσιγκουνεύεται τα κουκουνάρια και τα τσίγκανα
σα να μη θέλει η γη να καυλώσει μαζί με όλους μας
κι ύστερα απλά θυμάται κανείς ότι είναι ο κανείς-
και πριν προλάβει να απογοητευτεί, τότε.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΟΜΑΧΙ



"ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΑΠΟ ΑΝΑΓΚΗ ΑΛΛΑ ΑΠΟ ΚΑΥΛΑ"
------------------------------------------------------------------------

Για άλλη μια φορά, ντύθηκα με το ό,τι θεωρώ υπέροχο και ακαταμάχητα καυλιάρικο, έφτιαξα μάλιστα και τα μανίκια και πήγα και μπρος απ' το καθρέφτη για να δω αν όλα είναι όπως είθισται ή κάποια παραπανίσια κρεατική κωλάρα ή σαμπρέλα χαλάει την αρμονία- αποφάσισα πως όχι για να μην αισθανθώ ακόμα πιο μουνής- και βγήκα για να ξαναπάω στο αναψυκτήριο, στο χωριό.

Φυσικά στο δρόμο ενδιάμεσα το ίδιο ξανά μανά- πλέον όσο τα αμέτρητα βαρβάτα σκυλιά με γαυγίζουν φυλάγοντας τα αμέτρητα παραδείγματα αυθαιρεσίας δίπλα απ' τη παραλία, πλέον κάνω ήχους με τη γλώσσα και το σαγόνι σαν καθυστερημένος και περιμένω να δω αν τα σκυλιά όντας σαν "ο πανέξυπνος φίλος και γαμιάς μας" ηρεμούν κατανοώντας το ότι ένα καθυστερημένο κτήνος δεν  αξίζει τον πανικό, μάλλον όχι μα εν τέλει κάθισα για λίγο και θαύμασα εναν υπέροχο, κατάμαυρο μολοσσό-σκύλαρο που φύλαγε ένα απ' αυτά τα κατάπτιστα, ένας πανέμορφος και πανύψηλος τύπος που δε γάβγιζε υπερβολικά απλά και μόνοα πειδή ήξερε να ζυγίζει τις καταστάσεις- αν μπεις, σου γάμησα τη μάνα. Αν όχι, "εμπρός μπροστά κύριε ΚΥΡΙΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΕΜΠΡΟΣ ΕΜΠΡΟΣΕΜΠΡΟΣ", να το μπατσοφετίχ της βραδιάς.

Και στα σκουπίδια προφανώς γάτες, είναι απίστευτα αστείο το πώς σε κοιτάνε όπως περνάς μπρος τους όπως κοιτάς εσύ ή εγώ έναν τύπο με κατάλευκο πουκάμισο γεμάτο αίματα που κρατάει μια σκουπιδοσακούλα που επίσης στάζει αίμα στην άσφαλτο- "ωωωωωω...ωωω;;;;; αν έρθει, μα το χριστό αν έρθει πιο κοντά , μια κίνηση αν κάν...εεεεε! την έκανε; την έκανε ρε μαλάκα; ω μια κίνηση ακόμα να κάνει- Ω ΣΚΑΤΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΠΡΟΣ ΤΑ ΔΩ ΤΟΝ ΠΟΥΛΟ!"

Στο αναψυκτήριο τρία άτομα και γούσταρα διότι για αυτό στηρίζω. Πιάνω κουβέντα με τον αφεντικό πολιτική, είναι τόσο σκατά σε αυτά όσο κι εγώ οπότε γουστάρουμε κι οι δύο. Περνάει η ώρα. Η σερβιτόρα κατσάρωσε επιτηδευμένα το μαλλί της σαν κάποιος να της είπε πως έτσι ανεβαίνει δέκα; σκαλιά στη κλίμακα καύλας- και τριγύρω η ίδια καύλα μα πιο μουλωχτά: δε πέφτει καρφίτσα, και η μαύρη θάλασσα ξερνάει αυτές τις μαλακίες τις μύξες/τσούχτρες με τις οποίες έχει γεμίσει εδώ και καμιά βδομάδα. Υπέροχες μέρες σε περιμένουν να τις βυζάξεις.

Ξανά η ίδια κατάσταση: έφυγα με μια σακούλα για το σπίτι, και μετά ξαναθαύμασα τον καυλιάρη μολοσσό σε βαθμό προβληματισμού. Στο πατρικό μου οι γάτες μας τα δικά μας παιδιά κάθονται να τις χαϊδέψω με το ζόρι, ότι μου κάνουν χάρη και καλά- γάτες είναι θα μου πεις. Και δίπλα ο γιος της γάτας μας ο γκρίζος τον τρώει απ' το κώλο απ' τον μεγαλύτερο κατά 1,5 χρόνο αδερφό του. 'Ωραία περνάτε σεις" σκέφτομαι και αναρωτιέμαι αν προλαβαίνω να μπω στο σπίτι και να κατουρήσω ή να τα χύσω όλα στο αυλάκι.




2) ΙΣΟΤΗΤΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΦΟΝΟΣ ΔΙΧΩΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
===============================================

Ή έστω το να νιώθει ο καθείς υπέροχα κουβαλώντας το απίστευτο βάρος των επιλογών του στη πλάτη και μασχάλη.
Ένα τουφέκι που κάνει διακρίσεις δεν είναι τουφέκι-
ένα τουφέκι που σπάει στα δύο λαρύγγια σα μύγδαλα δίχως να το νοιάζει ποια λαρύγγια είν' αυτά-
δεν είναι απαραίτητα υγιές, μα είναι σίγουρα ένα ακριβοδίκαιο τουφέκι.





3) "ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΗ ΜΕ ΓΚΑΣΤΡΩΣΕΙΣ ΠΟΤΕ, ΝΑ ΞΕΡΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΠΟΥΛΟ ΑΠΟ ΤΩΡΑ"
=--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Δε μ'ενδιαφέρει αυτό το τείχος διότι ευτυχώς όταν ξεμείναμε από τούβλα αρχικά χρησιμοποιήσαμε αναμνήσεις μα αυτές δε κολλάγανε επιτυχώς με τη γκρίζα τσούρλα και ύστερα ευχές μα τι λέμε τώρα και εν τέλει κάναμε δουλειά με βρέφη και ύστερα το ίδιο τείχος ατενίζαμε απλά ήμασταν μισοί και με δέκα Ερινύες παραπάνω, του στυλ "ε έτσι και γω πιτσιρικάς μετά αλλάζει η φάση".




4) ΑΙΜΟΡΡΟΪΔΕΣ ΑΛΛΩΝ ΙΣΟΝ ΓΕΛΩΤΑΣ ΓΙΑ ΜΕΝΑ
===========================================

Συνέχεια έτσι πάει ο παιάνας μας
δώσε μου για να σου χαρίσω και να μου χρωστάς και χάρη-
υπέροχα υπέροχα υπέροχα και πάλι και ξανά και ξανά-

μα απόψε ντύθηκα Ανταρκτική και ο πούτσος μου παγάκι
πού να δεις λοιπόν και η ψυχή μου αν έχω, τι κουμάντα κάνει απόψε-
ούτε γω δε θέλω να ξέρω, ρώτησα και μετά δεν ενδιαφέρθηκα καν.

Έπρεπε τώρα, έτσι νόμιζα δηλαδή, πως θα φτιαχνα δυο μαλακίες
ερωτιάρικες για να περιγράψω τη καύλα που νιώθω σα σε βλέπω με αυτό το
μαύρο με τις τιράντες και τα μικρά σου τα βυζάκια υπέροχα να κοπανάνε πάνω του
μαζί με τις ματάρες σου και τα χείλια σου που'ναι ακριβώς σα το μουνί σου-
λεπτά και σφιχτά, είπα πως θα φτιαχνα παιάνα υπέροχο, θανατηφόρους στίχους
και λοιπά και λοιπά- εν πάσει περιπτώσει υπέροχα κουτρουβαλάω και εκτιμώ το ότι
αν μη τι άλλο η καύλα αυτή έμεινε κει που καλό είναι να μείνει όταν μένει-
ύστερα; Ο Μπελογιάννης ζει.

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

ΟΤΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΡΩΝΕ ΤΟΝ ΚΡΟΝΟ



1) ΝΑ ΒΑΦΤΙΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΜΑΣ,
ΝΑ ΘΑΨΟΥΜΕ ΤΑ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΑ ΜΑΣ
========================================

Στολίστηκα πανέμορφα για να βγω έξω- να πάω πού; Στο αναψυκτήριο του χωριού μου. Με τα 5 άτομα, συμπεριλαμβανομένων και των σερβιτόρων/μπάρμεν/αφεντικού, και εμού του ιδίου. Μα το επιθυμούσα, και το ήθελα με έναν αφηρημένα καυλωτικό τρόπο- σαν μια γυναικάρα που σιχαίνεσαι μα με όλο σου το είναι επιθυμείς να γκαστρώσεις- τόσο σκληροπυρηνικές καταστάσεις, λοιπόν.

Ξυρίστηκα πλήρως- καμιά τρίχα στο άνω της κεφαλής ή στα μούτρα δε θα με γέμιζε μαλακίες και υποσχέσεις. Ντύθηκα όπως ήξερα- μαύρη μπλούζα Νέφιλιμ, μαύρο τζην, μαύρο πουκάμισο από πάνω- μα ήξερα από πριν ότι δεν πήγαινα για γλέντι μα για να ξενυχτήσω το νεκρό, συνεπώς και έγινα ένα με το χώρο πριν καν ορμήσω στο χώρο ξανά.

Ο δρόμος γνωστός, και περίεργα θελκτικός ακόμα και χωρίς φούντα να τον χρωματίζει φαντασιακώς. Παρ' ολ' αυτά θα επιθυμούσα τα τεράστια φυλακόσκυλα των τριγύρω σπιτιών να μη με γαβγίζουν ασύστολα μιας και είτε θα εκλάβω το γάβγισμα αυτό σαν απειλή σοβαρή και θα χεστώ πάνω μου, είτε σαν κοροϊδία ψευτιά, θα θυμηθώ ότι όλοι ψοφάμε κάποτε, και θα το παίξω νταής εκ του ασφαλούς, κοπανώντας μουσούδες ή χαρακώνοντας γλώσσες τους έξω απ' τις πύλες των πλουσιόσπιτων τα οποία και με μεράκι η αλήθεια είναι, φυλάγουν.

Το ίδιο πράγμα στο αναψυκτήριο: ο αφεντικός, η σερβιτόρα/μπαργούμαν, δυο μαλάκες γνωστοί τους και εγώ. Ρουφάω αυτό που μου ανήκει και σκέπτομαι μαλακίες, στέλνοντας στο ενδιάμεσο ένα-δυο ωραία μηνύματα στο κινητό. Υπέροχες βραδιές, σε περιμένουν να τις βυζάξεις.

Οι δυο μαλάκες φεύγουν, ο ένας όπως φάνηκε ήταν ο αρραβωνιάρης της σερβιτόρας, η οποία δεν είναι θελκτική απλά φόρεσε σωστά το σουτιέν που δίνει ένα νούμερο παραπάνω μαζί με μια κολλητή μαύρη φανέλα δίχως μανίκια με το ψευδομπούστο απέξω, συν ότι στην ελεύθερη ώρα της έκανε ανοίγματα με τα πόδια και γυμναστικές επιδείξεις γενικότερα- να και κάτι έξω απ' τα συνηθισμένα.

Τα τελευταία λεπτά πριν φύγω άκουγα τη σερβιτόρα να κλαψομουνιάζει στον αφεντικό για τα πεθερικά της και το πόσο αδερφή είναι ο αρραβωνιάρης που δε τους βάζει σε τάξη, έβγαλα τα λεφτά πλήρωσα ό,τι είχα και πήρα και μια εξάδα μπύρες για πιπίλα στο σπίτι, με σωστή μουσική για πάρτη μου και όχι " Φεγγάρι μου να ψάξεις να τον βρεις".

Και κοίτα που καταλήγουμε, όπως πάντα.




2) Η ΚΑΛΗ ΦΟΡΤΟΥΝΑ ΣΤΟ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟ ΦΑΙΝΕΤΑΙ
==============================================

Δέκα μαλάκες με κεφάλια αλιγάτορα και αρχίδια αρουραίου
είκοσι χιλιάδες μαλακίες που γλωσσοκοπανάνε σα μαχαίρια καυλωμένα
Σκουφιά, χαλίκια, ξαπλώστρες και εικασίες: "Πώς να δουλέψει το αυτό,
Δίχως να στραγγίξω του αδερφού μου το αίμα και το σπέρμα;"

Ναι, η αβατάρα ήρθε, την είδα κι εγώ, κατάλαβα γιατί της χαρίζεις δεήσεις και ευχές:
ωραίος νεαρός είναι, γεροδεμένος, μοιάζει ικανός να σπάσει βουνό με τον αντίχειρα,
και όταν μιλάει στρατιές, τι στρατιές, έθνη λυγίζουν και κλαίνε με μετάνοια,
όταν κλάνει, δε, ευχές γεννιούνται και όχι κλανιές.

Μα δε τη βρίσκω έτσι- και δε θα τη βρω ποτέ έτσι.
Ωραίος ο καυλιάρης σου, μα κοίτα που' ρθε δεύτερος λοιπόν:
Ένας βρωμιάρης Θεός-αρουραίος ήρθε και ξέρασε στο προσκεφάλι μου ενώ κοιμόμουν,
και με όνειρα καρκίνου και χλεμπόνας, μα και μπέσας, με πήρε προς το μέρος του.




3) Η ΕΠΙΠΟΝΗ ΚΑΥΛΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΣ ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ
=========================================================

Ό,τι δεν έχει καύλα ιδρώτα και ένα μάτσο εφιάλτες, δεν είναι κάτι που γουστάρω να γουσταρήσω.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή με ηρεμεί"
Μα είσαι ήρεμος συνέχεια.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή με καυλώνει"
Μα δεν ιδρώνεις απλά καυλώνεις.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή είναι όμορφη διαδικασία"
Όχι δεν είναι, είναι πόλεμος αρρώστια καρκίνος και σκατά σε ξυλάκι παγωτό
Είναι ό,τι σε κάνει να πας να κάνεις κακό σε ό,τι αγαπάς και ό,τι σε κάνει να φρικάρεις δίχως καν να πάρεις ντρόγκια, είναι ό,τι σε κάνει να κοιτάς μπροστά και να λες "Α. Μάλιστα", ασχέτως φύλου ή επιπέδου οικονομικού ή ηπειρικού, είναι η υπέρτατη καύλα δίχως ψευδαισθήσεις, και είναι ο σκληρός ρεαλισμός δίχως την απώλεια φαντασίας, είναι ένα τσουβάλι σκατά που σιχαίνεσαι αλλά στα κρυφά τα βγάζεις και λούζεσαι μαζί τους- και λες, "Ω. Μάλιστα. Δε με νοιάζει το μετά".