Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

ΟΤΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΡΩΝΕ ΤΟΝ ΚΡΟΝΟ



1) ΝΑ ΒΑΦΤΙΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΜΑΣ,
ΝΑ ΘΑΨΟΥΜΕ ΤΑ ΝΕΟΓΕΝΝΗΤΑ ΜΑΣ
========================================

Στολίστηκα πανέμορφα για να βγω έξω- να πάω πού; Στο αναψυκτήριο του χωριού μου. Με τα 5 άτομα, συμπεριλαμβανομένων και των σερβιτόρων/μπάρμεν/αφεντικού, και εμού του ιδίου. Μα το επιθυμούσα, και το ήθελα με έναν αφηρημένα καυλωτικό τρόπο- σαν μια γυναικάρα που σιχαίνεσαι μα με όλο σου το είναι επιθυμείς να γκαστρώσεις- τόσο σκληροπυρηνικές καταστάσεις, λοιπόν.

Ξυρίστηκα πλήρως- καμιά τρίχα στο άνω της κεφαλής ή στα μούτρα δε θα με γέμιζε μαλακίες και υποσχέσεις. Ντύθηκα όπως ήξερα- μαύρη μπλούζα Νέφιλιμ, μαύρο τζην, μαύρο πουκάμισο από πάνω- μα ήξερα από πριν ότι δεν πήγαινα για γλέντι μα για να ξενυχτήσω το νεκρό, συνεπώς και έγινα ένα με το χώρο πριν καν ορμήσω στο χώρο ξανά.

Ο δρόμος γνωστός, και περίεργα θελκτικός ακόμα και χωρίς φούντα να τον χρωματίζει φαντασιακώς. Παρ' ολ' αυτά θα επιθυμούσα τα τεράστια φυλακόσκυλα των τριγύρω σπιτιών να μη με γαβγίζουν ασύστολα μιας και είτε θα εκλάβω το γάβγισμα αυτό σαν απειλή σοβαρή και θα χεστώ πάνω μου, είτε σαν κοροϊδία ψευτιά, θα θυμηθώ ότι όλοι ψοφάμε κάποτε, και θα το παίξω νταής εκ του ασφαλούς, κοπανώντας μουσούδες ή χαρακώνοντας γλώσσες τους έξω απ' τις πύλες των πλουσιόσπιτων τα οποία και με μεράκι η αλήθεια είναι, φυλάγουν.

Το ίδιο πράγμα στο αναψυκτήριο: ο αφεντικός, η σερβιτόρα/μπαργούμαν, δυο μαλάκες γνωστοί τους και εγώ. Ρουφάω αυτό που μου ανήκει και σκέπτομαι μαλακίες, στέλνοντας στο ενδιάμεσο ένα-δυο ωραία μηνύματα στο κινητό. Υπέροχες βραδιές, σε περιμένουν να τις βυζάξεις.

Οι δυο μαλάκες φεύγουν, ο ένας όπως φάνηκε ήταν ο αρραβωνιάρης της σερβιτόρας, η οποία δεν είναι θελκτική απλά φόρεσε σωστά το σουτιέν που δίνει ένα νούμερο παραπάνω μαζί με μια κολλητή μαύρη φανέλα δίχως μανίκια με το ψευδομπούστο απέξω, συν ότι στην ελεύθερη ώρα της έκανε ανοίγματα με τα πόδια και γυμναστικές επιδείξεις γενικότερα- να και κάτι έξω απ' τα συνηθισμένα.

Τα τελευταία λεπτά πριν φύγω άκουγα τη σερβιτόρα να κλαψομουνιάζει στον αφεντικό για τα πεθερικά της και το πόσο αδερφή είναι ο αρραβωνιάρης που δε τους βάζει σε τάξη, έβγαλα τα λεφτά πλήρωσα ό,τι είχα και πήρα και μια εξάδα μπύρες για πιπίλα στο σπίτι, με σωστή μουσική για πάρτη μου και όχι " Φεγγάρι μου να ψάξεις να τον βρεις".

Και κοίτα που καταλήγουμε, όπως πάντα.




2) Η ΚΑΛΗ ΦΟΡΤΟΥΝΑ ΣΤΟ ΚΑΠΕΤΑΝΙΟ ΦΑΙΝΕΤΑΙ
==============================================

Δέκα μαλάκες με κεφάλια αλιγάτορα και αρχίδια αρουραίου
είκοσι χιλιάδες μαλακίες που γλωσσοκοπανάνε σα μαχαίρια καυλωμένα
Σκουφιά, χαλίκια, ξαπλώστρες και εικασίες: "Πώς να δουλέψει το αυτό,
Δίχως να στραγγίξω του αδερφού μου το αίμα και το σπέρμα;"

Ναι, η αβατάρα ήρθε, την είδα κι εγώ, κατάλαβα γιατί της χαρίζεις δεήσεις και ευχές:
ωραίος νεαρός είναι, γεροδεμένος, μοιάζει ικανός να σπάσει βουνό με τον αντίχειρα,
και όταν μιλάει στρατιές, τι στρατιές, έθνη λυγίζουν και κλαίνε με μετάνοια,
όταν κλάνει, δε, ευχές γεννιούνται και όχι κλανιές.

Μα δε τη βρίσκω έτσι- και δε θα τη βρω ποτέ έτσι.
Ωραίος ο καυλιάρης σου, μα κοίτα που' ρθε δεύτερος λοιπόν:
Ένας βρωμιάρης Θεός-αρουραίος ήρθε και ξέρασε στο προσκεφάλι μου ενώ κοιμόμουν,
και με όνειρα καρκίνου και χλεμπόνας, μα και μπέσας, με πήρε προς το μέρος του.




3) Η ΕΠΙΠΟΝΗ ΚΑΥΛΑ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΣ ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ
=========================================================

Ό,τι δεν έχει καύλα ιδρώτα και ένα μάτσο εφιάλτες, δεν είναι κάτι που γουστάρω να γουσταρήσω.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή με ηρεμεί"
Μα είσαι ήρεμος συνέχεια.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή με καυλώνει"
Μα δεν ιδρώνεις απλά καυλώνεις.

"Ω μα ζωγραφίζω επειδή είναι όμορφη διαδικασία"
Όχι δεν είναι, είναι πόλεμος αρρώστια καρκίνος και σκατά σε ξυλάκι παγωτό
Είναι ό,τι σε κάνει να πας να κάνεις κακό σε ό,τι αγαπάς και ό,τι σε κάνει να φρικάρεις δίχως καν να πάρεις ντρόγκια, είναι ό,τι σε κάνει να κοιτάς μπροστά και να λες "Α. Μάλιστα", ασχέτως φύλου ή επιπέδου οικονομικού ή ηπειρικού, είναι η υπέρτατη καύλα δίχως ψευδαισθήσεις, και είναι ο σκληρός ρεαλισμός δίχως την απώλεια φαντασίας, είναι ένα τσουβάλι σκατά που σιχαίνεσαι αλλά στα κρυφά τα βγάζεις και λούζεσαι μαζί τους- και λες, "Ω. Μάλιστα. Δε με νοιάζει το μετά".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου